Από τον Στέλιο Κατωμέρη*
Το 1992, ο Τζέιμς Κάρβιλ, σύμβουλος της εκστρατείας του Μπιλ Κλίντον, καθιέρωσε τη φράση «The Economy, stupid» ως κεντρικό πολιτικό σύνθημα της εποχής για ευαισθητοποίηση των ψηφοφόρων του Bill Clinton στα οικονομικά προβλήματα των ΗΠΑ. Τριάντα χρόνια αργότερα, σε ένα περιβάλλον όπου οι οικονομικοί δείκτες καθορίζουν πολιτικές, η προειδοποίηση αξίζει να επαναδιατυπωθεί με τη φράση «Η Κοινωνία, ηλίθιε!»
Άρα, ο τίτλος «είναι η κοινωνία...!» αναφέρεται σε σχετική φράση με την προσθήκη ..."ηλίθιε" η οποία έχει εκφραστεί και από Έλληνα Υπουργό στο παρελθόν. Ωστόσο δεν είναι προσβολή. Αποτελεί υπενθύμιση. Υπενθύμιση ότι χωρίς κοινωνική συνοχή, η οικονομία δεν έχει θεμέλια. Ότι χωρίς κοινωνική νομιμοποίηση, η πολιτική μετατρέπεται σε τεχνοκρατική διαχείριση χωρίς πυξίδα. Ότι χωρίς κοινωνικά δικαιώματα, η καινοτομία γίνεται προνόμιο και η ανάπτυξη απλά «προπέτασμα καπνού».
Η οικονομία δεν είναι ανεξάρτητη από την κοινωνία. Δεν αποτελεί ένα φυσικό αυτόματο σύστημα αλλά πεδίο θεσμικά ρυθμιζόμενο, κοινωνικά προσδιορισμένο και πολιτικά διαμορφούμενο.
Οι σημερινές οικονομικές κρίσεις, η ανισότητα, η περιβαλλοντική καταστροφή και η αποδιάρθρωση της δημοκρατίας δεν προκύπτουν από «αόρατους μηχανισμούς», αλλά από συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές αποσύνδεσης της οικονομίας από τις κοινωνικές ανάγκες και αξίες. Εν τέλει, την αποσύνδεση από την κοινωνία που συντηρούσε και συντηρεί την οικονομία.
Η συζήτηση ως εκ τούτου δεν θα βασιστεί σε ρητορικές «ατάκες» ή ευρήματα ευκολίας. Είναι θεμελιωμένη σε θεωρητικά έργα - σταθμούς της ιστορικής και κοινωνικής έρευνας του 20ου αιώνα αλλά και στην επικαιροποιημένη διανόηση του 21ου αιώνα. Από το 1944 ο Karl Polanyi, στο έργο του “Ο Μεγάλος Μετασχηματισμός”, εξηγεί τη στενή σχέση της οικονομίας με τη κοινωνία. H «αυτορρυθμιζόμενη» αγορά αποδεσμεύεται από τους κοινωνικούς θεσμούς και προκαλεί κοινωνική καταστροφή. Ο Max Weber, στο Economy and Society (1922), με την θεωρία του “Sozialökonomik” ("social economics") αναλύει τον πολιτισμικό και ηθικό χαρακτήρα της οικονομικής δράσης.
Ο Pierre Bourdieu (The Social Structures of the Economy, 2000) περιγράφει το habitus ενισχύοντας τη κοινωνική και ταξική σχέση των οικονομικών αποφάσεων. Τονίζει ότι οι οικονομικές επιλογές πλαισιώνονται από ταξικά, πολιτισμικά και θεσμικά υπόβαθρα. Η Nancy Fraser (Capitalism: A Conversation in Critical Theory, 2018) προειδοποιεί πως χωρίς τη στήριξη της κοινωνικής αναπαραγωγής, της φροντίδας, της κοινότητας, της φύσης, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα γίνεται μη βιώσιμο.
Ο Amartya Sen, στο Development as Freedom (1999), επισημαίνει ότι η οικονομία δεν είναι ο τελικός σκοπός - είναι το μέσο. Συνδέει το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας με την ανάπτυξη (development) επισημαίνοντας ότι το περιεχόμενο της ανήκει στην κοινωνία, η οικονομική ανάπτυξη δεν έχει αξία εάν δεν διευρύνει τις ελευθερίες των ανθρώπων.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η ανάγκη δεν είναι περισσότερη αγορά, αλλά περισσότερη κοινωνία. Όχι απλώς κατανάλωση, αλλά συμμετοχή στη κοινωνικά βιώσιμη λειτουργία της οικονομίας. Όχι μόνο ανταγωνιστικότητα, αλλά φροντίδα, αναγνώριση και πολιτισμική συνύπαρξη. Η κοινωνία που γέννησε την οικονομία σήμερα ζητά να ξανα-ακουστεί, να συμμετέχει και να την αναδιαμορφώσει. Και αυτό δεν είναι θέμα ιδεολογίας, αλλά προϋπόθεση βιωσιμότητας.
Η οικονομία μπορεί να μετράει. Αλλά η κοινωνία είναι αυτή που μετράει τα πάντα.
Χρειάζεται ουσιαστικά μια πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση με τον οικονομισμό ως προϋπόθεση για την ανανέωση της δημοκρατίας όπως υπογραμμίζει η Chantal Mouffe στο For a Left Populism (2018). Αυτό συνεπάγεται την επαναξιολόγηση της τοπικοποίησης της οικονομίας (Saskia Sassen, Territory, Authority, Rights, 2006) και μια νέα νοηματοδότηση της προόδου που θα συνδέεται με την κοινωνική αναπαραγωγή, την πολιτισμική ποικιλομορφία και την οικολογική ισορροπία. Ο Erik Olin Wright επισημαίνει στο “How to Be an Anticapitalist in the 21st Century“ (2019) την αναγκαιότητα του συμμετοχικού σχεδιασμού όπου θα συμμετάσχουν δημόσιοι και αυτοδιοικητικοί φορείς, κοινωνικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμοί, ιδιωτικές επιχειρήσεις, αγορές και άλλες θεσμικές μορφές. Το νέο αφήγημα θα είναι βασισμένο στη κοινωνία που αναζητεί εναλλακτικά οικονομικά μοντέλα βασισμένα στη δημοκρατία της παραγωγής, τη συνεργασία και τη φροντίδα. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι βιώσιμες αλλαγές έρχονται «από τα κάτω» - όπως παρατηρεί και ο James C. Scott στο Weapons of the Weak (1985) - από μικρές, αποκεντρωμένες και καθημερινές μορφές δράσης που μετουσιώνονται σε πολιτική δράση.
Αν το κέντρο της πολιτικής παραμείνει ως έχει, αντί της κοινωνίας στην αγορά, τότε η ανατροπή της ισορροπίας θα επιφέρει ανυπολόγιστες συνέπειες. Η κοινωνία θα αξιώσει επείγουσες αλλαγές με επαναφορά της οικονομικής πολιτικής στη βάση της εκεί που ασκείται η λειτουργία της οικονομίας. Το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και κάποιοι «βολεμένοι» κήνσορες αρνούνται να την εμπιστευτούν ή μάλλον αποφεύγουν να την ακούσουν ροκανίζοντας τον χρόνο, εν τέλει εις βάρος τους και εις βάρος όλων μας.
Δεν περιμένει κανείς βέβαια, αυτές οι αλλαγές να εκφραστούν από τις υφιστάμενες αποτυχημένες πολιτικές συνταγές ή κάποιες δημαγωγικές και σαθρές προσεγγίσεις. Η κοινωνία αναζητεί συνεργασία με πρόσωπα και φορείς που κατανοούν την ανάγκη, θέλουν και μπορούν αρχικά να την εκφράσουν με σοβαρότητα, να συζητήσουν, να τολμήσουν να προτείνουν πολιτικές που μπορούν να εφαρμόσουν - σε επίπεδο κοινότητας, κράτους, αλλά και σε υπερεθνικό επίπεδο. Αναζητούνται, λοιπόν εκφραστές και υλοποιητές.
Γιατί, τελικά, η οικονομία μπορεί να μετράει. Αλλά η κοινωνία είναι αυτή που μετράει τα πάντα.
*Ο Στέλιος Κατωμέρης είναι Εμπειρογνώμονας Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και Διδάκτωρ Κοινωνικής Οικονομίας και Απασχόλησης
Άλλα άρθρα